Το Νησί του Πάσχα, στα ισπανικά Isla de Pascua και επίσης Ράπα Νούι στην ομώνυμη τοπική γλώσσα, είναι νησί της Πολυνησίαςπου βρίσκεται στον Ειρηνικό και είναι επαρχία της Χιλής. Έχει έκταση 163 km2 και πληθυσμό περίπου 2.270 κατοίκους στην απογραφή του 2002.Θεωρείται το πλέον απομονωμένο νησί στον κόσμο. Ο γηγενής πληθυσμός αναφέρεται στο νησί ως Ραπανούι και οι Χιλιανοί ως Isla de Pascua. Το όνομα νησί του Πάσχα οφείλεται
Ιστορική επισκόπηση
Η ιστορία της ανθρώπινης παρουσίας στο νησί του Πάσχα αρχίζει περίπου το 500, όταν καταφθάνουν και οι πρώτοι άποικοι από τα νησιά Μαρκάσας ή Μανγκαρέβα της Γαλλικής Πολυνησίας Σύμφωνα με ορισμένες θεωρίες οι πρώτοι άποικοι έφθασαν εδώ από την Ούρου (Uru), που βρίσκεται στα σύνορα της Βολιβίας, του Περού και της Χιλής.
Οι ιστορικές γνώσεις για τους επόμενους αιώνες είναι ανύπαρκτες, έως τον 18ο αιώνα τουλάχιστον. Το 1722 ο ολλανδός θαλασσοπόρος Γιάκομπ Ρόγκεβεν το ονόμασε έτσι, εξαιτίας του ότι έφθασε στο νησί την ημέρα του Πάσχα. Οι διασωθείσες μαρτυρίες μιλούν για ένα νησί ερημωμένο. Το 1770 κατέφθασε στο νησί ο ισπανός εξερευνητής Ντον Φελίπε Γκονζάλες, ο οποίος διεκδίκησε τα εδάφη του για την Ισπανία, αν και ανεπισήμως. Τέσσερα χρόνια μετά, το 1774, πέρασαν από το νησί ο βρετανός θαλασσοπόρος Τζέιμς Κουκ και ο γάλλος Ναύαρχος Μπουγκανβίλ
Στην αυγή του 19ου αιώνα, περί το 1800 μαρτυρείται πως φαλαινοθήρες εισήγαγαν ασθένειες στους γηγενείς κατοίκους, ενώ το 1805 αμερικανικό πλοίο απήγαγε 22 νησιώτες. Το 1860 περουβιανοί δουλέμποροι απήγαγαν 1.407 νησιώτες, περίπου το 1/3 του πληθυσμού όπως εκτιμάται, για να εργαστούν στα ορυχεία του Περού. Η επίσημη κυβέρνηση του Περού έστειλε πίσω περί τους 100 αιχμαλώτους, από τους οποίους επέζησαν μόνον 10, εισάγοντας ταυτόχρονα την ευλογιά στο νησί. Το 1866 γάλλοι ιεραπόστολοι κατασκευάζουν στο νησί νοσοκομεία και ιεραποστολές, κάτι που θα ελκύσει χαρακτήρες όπως ο Ζαν Μπατίστ Ντιτρού-Ντι Μπορνιέ, που ορίζει εαυτόν κυβερνήτη του νησιού. Οι γάλλοι ιεραπόστολοι αποχωρούν το 1871. Μαζί τους αποχωρούν 200 γηγενείς για την Ταϊτή και 150 για το Γκαμπιέ. Ο Ντι Μπρονιέ δολοφονείται λίγα χρόνια αργότερα από τους 150 εναπομείναντες γηγενείς, όταν επιχειρεί να μετατρέψει το νησί σε φάρμα για πρόβατα. Ο 19ος αιώνας κλείνει με την αποβίβαση στο νησί του χιλιανού καπετάνιου Πολίκαρπο Χουρτάντο κατά το 1888, που διεκδικεί το νησί επισήμως για τη Χιλή.
Στον 20ο αιώνα χαρακτηρίζονται ως σημαντικές δύο εξεγέρσεις, αυτή του 1914 και η εξέγερση του 1964 μισό αιώνα μετά. Στην πρώτη οι λιμοκτονούντες γηγενείς εξεγείρονται και ζητούν να φύγουν για την Ταϊτή. Η εξέγερση δεν επιτυγχάνει. Είκοσι χρόνια αργότερα, το 1934 καταφθάνει στο νησί ο ελβετός εθνολόγος Αλφρέ Μετρό για να μελετήσει τους τοπικούς μύθους και τον κοινωνικό ιστό, γεγονός που είχε ως εποτέλεσμα το έργο του για την Εθνολογία της Νήσου του Πάσχα (L’Île de Pâques, 1935) σε έκδοση του Bishop Museum Press. Το 1952 το Χιλιανό Ναυτικό κάνει την εμφάνισή του στο νησί προκειμένου να κρατήσει σε ύφεση οποιεσδήποτε τάσεις εξέγερσης. Το 1955 με την αποστολή του νορβηγού καθηγητή Τορ Χάιερνταλ γίνεται μια δεύτερη προσπάθεια μελέτης του νησιού. Μία δεκαετία αργότερα ακολουθεί δεύτερη εξέγερση που έχει ως αποτέλεσμα τη διενέργεια εκλογών. Τις εκλογές κέρδισε ο γηγενής Ράπου 1964, δίνοντας τέλος στην καταπίεση. Το νησί συνδέθηκε αεροπορικά και εμπορικά με τον υπόλοιπο κόσμο χάρη σε αμερικανικό αεροδρόμιο και διαμετακομιστικό εμπορικό σταθμό.
Γεωλογία-κλίμα
Από γεωλογική άποψη παρουσιάζει ενδιαφέρον το γεγονός ότι το έδαφός του νησιού είναι ηφαιστειογενές, προερχόμενο από τα τρία τοπικά ηφαίστεια του νησιού. Οι ακτές του είναι απόκρημνες, ενώ υπάρχουν στο νησί πολλά σπήλαια, στα οποία έχουν βρεθεί ξύλινα μικροαντικείμενα, εικόνες και ένα είδος ιερογλυφικής γραφής πάνω σε ξύλο. Το νησί του Πάσχα δημιουργήθηκε, στα προηγούμενα 0.7 mya από τρεις διαφορετικές ηφαιστειακές δράσεις που είχαν ως αποτέλεσμα το σχηματισμό τριών διακριτών κρατήρων. Στοιχεία που επιτρέπουν την ανασύνθεση των γεωλογικών χαρακτηριστικών υποδεικνύουν ότι το νησί είναι ένα θερμό σημείο με χαμηλή μαγματική παραγωγικότητα, αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στα νησιά της Χαβάης.
Το κλίμα του νησιού είναι υποτροπικό, δηλαδή ηλιόλουστο και ξηρό. Οι θερμότεροι μήνες είναι κατά την περίοδο από Ιανουάριο μέχρι Μάρτιο, όταν η μέση θερμοκρασία είναι 23 °C. Οι ψυχρότεροι μήνες είναι κατά την περίοδο από τον Ιούνιο μέχρι τον Αύγουστο, όταν η μέση θερμοκρασία κυμαίνεται στους 18 °C. Η μέση ετήσια βροχόπτωση φθάνει περίπου τα 1.250 χιλιοστόμετρα με τις μεγαλύτερες βροχοπτώσεις να εμφανίζονται τον Ιούνιο και τον Ιούλιο Οι άνεμοι τον Ιούνιο και τον Αύγουστο είναι ακανόνιστοι, ενώ στο υπόλοιπο έτος κυρίαρχοι είναι οι ανατολικοί και νοτιοανατολικοί εμπορικοί άνεμοι, όπως αποκαλούνται.
Γεωργία
Το νησί διαθέτει πυκνή βλάστηση, αλλά περιορισμένη γεωργική εκμετάλλευση. Τα βασικότερα είδη που συγκαταλέγονται στις υπάρχουσες γεωργικές καλλιέργειες είναι οι πατάτες, η ζάχαρη, ο καπνός και τροπικοί καρποί. Όπως συμπεραίνεται από την αρχαιολογική μαρτυρία το νησί του Πάσχα ήταν γνωστό στους Ίνκα, γεγονός που ερμηνεύει σε ένα βαθμό την ύπαρξη φυτών της νοτιοαμερικανικής ενδοχώρας. Η αποψίλωση των δασικών εκτάσεων του νησιού και μέρους των καλλιεργειών στο μακρινό παρελθόν όπως και η ιδεοληψία για τη μνημειακή γλυπτική φαίνεται πως οδήγησαν στην οικολογική ερήμωση του νησιού και την κατάρρευση του αρχαίου πολιτισμού.
Κατοίκηση-γλώσσα
Υποστηρίζεται ότι οι πρώτοι κάτοικοι του νησιού ήταν Πολυνήσιοι και έφτασαν σε αυτό με σχεδίες τον 5ο αι. Η γλώσσα Ράπα Νούι είναι μία από τις εκτιμώμενες 1.000-1.200 Αυστρονησιακές γλώσσες, ανάλογα τα κριτήρια διαφοροποίησης μεταξύ γλώσσας και διαλέκτου. Ο μεγαλύτερος πληθυσμός του νησιού προέρχεται από μια πολυνησιακή υποομάδα νήσων της ομάδας Marquesas(märkā`säs). Το αρχικό λεξιλόγιο της Ράπα Νούι γλώσσας έχει χαθεί εκτός από μερικές μεικτές πολυνησιακές ή μη λέξεις που καταγράφηκαν πριν την εισαγωγή της ταϊτινής διαλέκτου από ιεραπόστολους στον αποδεκατισμένο πληθυσμό του 1864. Σήμερα γενικώς μιλούνται τα Ισπανικά.
Αρχαιολογία
Το νησί παρουσιάζει αρχαιολογικό ενδιαφέρον, εξαιτίας της ύπαρξης των μνημειακών διαστάσεων λαξευμένων μορφών, των ταφικών της μνημείων, κτηρίων και μνημείων που αποδίδονται σε γηγενείς αρχαιότερων εποχών. Ανάμεσα σε αυτά ξεχωρίζουν τα γιγάντια λίθινα αγάλματα ή μοάι, ύψους και 10m, πολλά από τα οποία είναι ημιτελή. Τα αρχαιότερα αγάλματα χρονολογούνται στον 8ο αι. Το 1995 η UNESCO χαρακτήρισε την περιοχή (Εθνικό Πάρκο Ράπα Νούι) ως Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Πηγή: Wikipedia
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου