Τετάρτη 31 Αυγούστου 2011

Έβαζε φωτιές με σκατά


"Εβαλα φωτιά γιατί δεν με προσέλαβαν"
Διεκδικούσε θέση εποχικού υπαλλήλου στο δήμο Θάσου, αλλά τελικά δεν τον προσέλαβαν. Για εκδίκηση, 34χρονος θέλησε να κάψει το νησί. Αυτόπτες μάρτυρες μιλούν για καλοστημένο σχέδιο. Έβαζε κοπριά και μετά την έκαιγε.


Το μεσημέρι αναμένεται να απολογηθεί στον εισαγγελέα Πρωτοδικών Καβάλας ο 35χρονος άντρας από την Ποταμιά Θάσου που συνελήφθη αργά το βράδυ της Τρίτης και ομολόγησε ότι έβαλε φωτιές σε τέσσερα διαφορετικά σημεία, σε ισάριθμες δασικές εκτάσεις του νησιού.
Σύμφωνα με τον αστυνομικό διευθυντή Καβάλας Αντώνη Μαλελίδη, ο δράστης, κατά την ομολογία του, επικαλέστηκε ψυχολογικά προβλήματα και ανέφερε ότι προέβη στην ενέργεια αυτή, επειδή ήθελε να εκδικηθεί το Δήμο Θάσου, που φέτος δεν τον προσέλαβε ως εποχικό προσωπικό.
Οι δυνάμεις του πυροσβεστικού κλιμακίου στο νησί, αλλά και των εθελοντών χωροφυλάκων, αντιλήφτηκαν αμέσως τις φωτιές που έβαζε ο 35χρονος δράστης και χάρη στην άμεση ετοιμότητα- και παρά τους έντονους ανέμους που έπνεαν στο νησί τις προηγούμενες μέρες- κατάφεραν να τις σβήσουν έγκαιρα.
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των πυροσβεστών, ο δράστης λειτουργούσε πάντα με τον ίδιο τρόπο: σκορπούσε στο δάσος κοπριά, στην οποία στη συνέχεια έβαζε φωτιά. Ο συλληφθείς κατά το παρελθόν ήταν και εθελοντής δασοπυροσβέστης.
Να σημειωθεί πως τον Αύγουστο του 1985, η Θάσος δέχθηκε ένα πολύ μεγάλο πλήγμα από την ανεξέλεγκτη, για σχεδόν τρία 24ώρα, δασική πυρκαγιά που είχε ξεσπάσει στο νησί και η οποία κατέστρεψε χιλιάδες στρέμματα δάσους, γεμάτα με πλατάνια και πεύκα.


Καλά ρε φίλε,
προσπερνώ το γεγονός ότι έβαλες φωτιά στο δάσος για να εκδικηθείς που δεν σε προσέλαβαν (τους έκανες την μούρη κρέας).
Φοβερή εκδίκηση..
Προσωπικά αυτό που μου έκανε εντύπωση από την όλη ιστορία είναι ότι τα σκατά είναι εύφλεκτα(δεν το ήξερα να πω την αλήθεια και λυπάμαι)
και συνεχίζω, 
ρε μαλάκα ξέρεις τόσο καιρό το μυστικό συστατικό του πιο αποτελεσματικού όπλου κατά της εξουσίας και το κρατάς για την πάρτη σου;
Τόσο καιρό συζητάμε για το πως θα απαλλαγούμε από τους πολιτικούς και το μόνο που χρειάζεται είναι να  πετάξουμε ένα σπίρτο πάνω τους.
Τόσο καιρό κοιτάμε την βουλή και δεν έχουμε καταλάβει ότι είναι μια βόμβα έτοιμη να εκραγεί από την συσσώρευση σκατού εκεί μέσα.
Ξέρεις πόσες απορίες μου λύνεις;
Επιτέλους καταλαβαίνω το νόημα της φράσης "η κατάσταση στο πολιτικό σκηνικό είναι τόσο ρευστή που χρειάζεται μια σπίθα για να εκραγεί".
Επιτέλους κατάλαβα γιατί τα Ματ φοράνε κράνη.
Νόμιζα ότι είναι για μην τους χτυπήσει τ'ιποτα αλλά σήμερα κατάλαβα ότι φοβούνται μην αναφλεχθούν  τα σκατά που έχουν μέσα στο κεφάλι τους.

Άσχετο αλλά μου κάνει εντύπωση κάθε χρόνο, μετά από μεγάλες πυρκαγιές, 
που συλλαμβάνονται εμπρηστές  με ψυχολογικά προβλήματα και ποτέ κάποιος που τα έχει πάρει από μεγαλοεργολάβους για να κάψει δασικά φιλέτα..
Αν η ασυγκράτητη μανία για πλουτισμό συγκαταλεγότανε στα ψυχολογικά προβλήματα (όπως και  θα έπρεπε) και σύμφωνα με την κλίση που έχει η  αστυνομία στο να συλλαμβάνει τέτοιου είδους άτομα
θα είχαμε λύσει οριστικά το πρόβλημα όλων των πυρκαγιών είτε δασικών είτε κοινωνικών.

Όλο αυτό με την κοπριά και την φωτιά μου έφερε στο μυαλό αυτό:


ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ  «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται»

«Μια μέρα ο Αλλάχ βρέθηκε μπόσικος, έπιασε φωτιά και κοπριά κι έπλασε το Ρωμιό. Μα ευτύς, ως τον είδε, το μετάνιωσε. Είχε ένα μάτι ο αφιλότιμος που τρυπούσε ατσάλι. «Τι να γίνει τώρα, μουρμούρισε ο Αλλάχ, την έπαθα. Ας πιάσω να κάμω τώρα τον Τούρκο, να σφάξει το Ρωμιό, να βρει ο κόσμος την ησυχία του.» Έπιασε το λοιπόν μέλι και μπαρούτι, τα μάλαξε καλά καλά, έφτιασε τον Τούρκο. Κι' ευτύς, χωρίς να χασομεράει, βάνει σ’ ένα ταψί τον Τούρκο και το Ρωμιό να παλέψουν. Πάλευαν, πάλευαν ως το βράδυ, κανένας δεν έριχνε το κάτω τον άλλον Μα ευτύς, ως σκοτείνιασε, βάνει ο άτιμος  Ρωμιός τρικλοποδιά, κάτω ο Τούρκος! « Ο διάολος θα με πάρει, μουρμούρισε ο Αλλάχ, την έπαθα πάλι. Τούτοι οι Ρωμιοί θα φάνε τον κόσμο, πάνε οι κόποι μου χαμένοι… Τι να κάμω;» Ολονύχτα δεν έκλεισε μάτι ο κακομοίρης, μα το πρωί, πετάχτηκε απάνω και χτύπησε τις χερούκλες του: «Βρήκα βρήκα» φώναξε. Έπιασε πάλι φωτιά και κοπριά, κι έφτιαξε έναν άλλο Ρωμιό, και ους έβαλε στο ταψί να παλέψουν. Άρχισε το πάλεμα. Τρικλοποδιά ο ένας, τρικλοποδιά κι ο άλλος. Μπηχτές ο ένας, μπηχτές κι ο άλλος. Μπαμπεσιά ο ένας, μπαμπεσιά κι ο άλλος… Πάλευαν, πάλευαν, έπεφταν, σηκώνουνταν, πάλευαν πάλι, ξανάπεφταν, ξανασηκώνουνταν, πάλευαν… Κι ακόμα παλεύουν!

 Κι' έτσι ο κόσμος, Μπραϊμάκι μου, βρήκε την ησυχία του».






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...